Μετάφραση – Ψυχολογική Έρευνα: «Ιδρυματισμός» του René A. Spitz. Από το περιοδικό: «The Psychoanalytic Study of the Child», Τεύχος 1, σελ. 53-74, 1945
Άρθρο: René A. Spitz (1945) Hospitalism, The Psychoanalytic Study of the Child, 1:1, 53-74, DOI: 10.1080/00797308.1945.11823126
Πηγή: https://doi.org/10.1080/00797308.1945.11823126
Μετάφραση – Επιμέλεια – Σχολιασμός: Ελένη Κουμίδη
Σχολιασμός: Η έρευνα του Spitz το 1945 για τον Ιδρυματισμό αφορά την περαιτέρω μελέτη των ψυχιατρικών συνθηκών στην πρώιμη παιδική ηλικία και ειδικότερα την επίδραση της συνεχούς ιδρυματικής φροντίδας σε βρέφη ηλικίας κάτω του ενός έτους, για λόγους που δεν σχετίζονται με κάποια ασθένεια: «Ο σκοπός της έρευνάς μου είναι η απομόνωση και η διερεύνηση των παθογόνων παραγόντων που είναι υπεύθυνοι για την ευνοϊκή ή δυσμενή έκβαση της βρεφικής ανάπτυξης». Σε συνέχεια προηγούμενων ερευνών άλλων ερευνητών, ο Spitz προχωρά σε νέα μελέτη καθώς, όπως αναφέρει: «Πιστεύουμε ότι χρειάζεται περαιτέρω μελέτη, προκειμένου να διαχωρισθούν ξεκάθαρα οι διάφοροι παράγοντες που λειτουργούν στην κατάσταση επιδείνωσης μετά από παρατεταμένη περίθαλψη σε ιδρύματα» και σχολίασε ότι οι προηγούμενες μελέτες: «Δεν είχαν στην διάθεσή τους μια μέθοδο έρευνας που θα επέτρεπε την αξιολόγηση και την ποσοτικοποίηση της ανάπτυξης, ψυχικής ή κάποιας άλλης, κατά την διάρκεια του πρώτου χρόνου ζωής».
Ο Spitz ήταν ψυχίατρος ψυχαναλυτικής κατεύθυνσης αλλά, όπως ο ίδιος αναφέρει, η έρευνα αυτή αφορά την παρατήρηση της συμπεριφοράς των βρεφών πέρα από θεωρητικές ερμηνείες: «[…]για τους σκοπούς αυτού του άρθρου, έχω αποφύγει προσεκτικά κάθε εκτενή ψυχαναλυτική ερμηνεία, ακόμη κι αν είναι δελεαστικό και περιόρισα τον εαυτό μου όσο γίνεται πιο κοντά στα αποτελέσματα των άμεσων παρατηρήσεων της συμπεριφοράς». Μία έρευνα λοιπόν που αποτελεί έως και σήμερα έρευνα αναφοράς για όλους τους ειδικούς ψυχικής υγείας, ανεξαρτήτως θεωρητικής κατεύθυνσης. Επιπλέον, σκοπός είναι και η δημιουργία ενός κλάδου που να ασχολείται με την παιδική ψυχολογία: «Μία ψυχιατρική προσέγγιση μπορεί να φαίνεται επιθυμητή· παρ’ όλ’ αυτά, η ψυχιατρική βρεφών είναι ένας κλάδος που δεν υπάρχει ακόμη: η έναρξή της είναι ένας από τους σκοπούς της παρούσας μελέτης». Μία έρευνα λοιπόν σταθμός για την ψυχολογική – ψυχιατρική βιβλιογραφία καθώς πραγματοποιήθηκε στις απαρχές της δημιουργίας του κλάδου της παιδοψυχολογίας – παιδοψυχιατρικής.
Θα λέγαμε ότι, η ψυχολογική έρευνα του Spitz για τον Ιδρυματισμό είναι μια έρευνα ιστορικής και διαχρονικής αξίας. Τα αποτελέσματα της έρευνας συνέβαλαν στην διεύρυνση του πεδίου γνώσης για τα ευαίσθητα πρώτα χρόνια της ζωής του ανθρώπου. Τα συμπεράσματα αυτής της έρευνας είναι αξιοσημείωτα. Ας υπογραμμίσω τα εξής: Πρώτον: «Η παρουσία της μητέρας ή η αντικαταστάτης της είναι αρκετή για να αντισταθμίσει όλες τις άλλες στερήσεις». Δεύτερον: «Είναι αλήθεια ότι τα παιδιά στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών είναι καταδικασμένα σε απομόνωση στις κούνιες τους. Όμως, δεν θεωρούμε ότι είναι η στέρηση αντιληπτικών ερεθισμάτων γενικά που μετράει στην στέρησή τους. Πιστεύουμε ότι, υποφέρουν διότι ο αντιληπτικός τους κόσμος είναι άδειος από ανθρώπινη συντροφιά, ότι η απομόνωσή τους τα κόβει από κάθε ερέθισμα από οποιουσδήποτε ανθρώπους που θα μπορούσαν να σημάνουν τις μητρικές – αναπαραστάσεις για το παιδί σε αυτή την ηλικία. Το αποτέλεσμα, όπως δείχνει η Καμπύλη ΙΙΙ, είναι ένας πλήρης περιορισμός της ψυχικής ικανότητας μέχρι το τέλος του πρώτου χρόνου ζωής».
Ι Δ Ρ Υ Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ
Μία έρευνα σχετικά με την γένεση των Ψυχιατρικών Συνθηκών στην πρώιμη παιδική ηλικία[1]
Του René A. Spitz, M.D. (New York)
“En la Casa de Ninos Expositos el nino se va poniendo triste y muchos de ellos mueren de tristeza.”[2]
(1760, από το ημερολόγιο ενός Ισπανού Επισκόπου).
Ι. Το Πρόβλημα
Ο όρος ιδρυματισμός[3] ορίζεται ως η δυσμενή κατάσταση του σώματος λόγω περιορισμού μακράς διάρκειας σε νοσοκομείο ή η νοσηρή κατάσταση της ατμόσφαιρας ενός νοσοκομείου. Ο όρος προσδιορίζει όλο και περισσότερο την κακή επίδραση της ιδρυματικής φροντίδας στα βρέφη, που βρίσκονται σε ιδρύματα από μικρή ηλικία, ιδιαίτερα από ψυχιατρικής άποψης[4]. Αυτή η μελέτη ασχολείται ειδικότερα με την επίδραση της συνεχούς ιδρυματικής φροντίδας σε βρέφη ηλικίας κάτω του ενός έτους, για λόγους που δεν σχετίζονται με ασθένεια. Το πρότυπο τέτοιων ιδρυμάτων είναι ένα ίδρυμα για εγκαταλελειμμένα παιδιά[5].
Οι γιατροί και οι διοικητές γνώριζαν από καιρό τις ελλείψεις τέτοιων φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Στο ξεκίνημα του αιώνα μας, ένα από τα σημαντικότερα ιδρύματα για εγκαταλελειμμένα παιδιά στην Γερμανία είχε ποσοστό θνησιμότητας 71,5% σε βρέφη τον πρώτο χρόνο της ζωής τους (1)[6]. Το 1915 ο Chapin (2) απαρίθμησε δέκα άσυλα στις μεγαλύτερες πόλεις των Ηνωμένων Πολιτειών, κυρίως στην Ανατολική ακτή, όπου τα ποσοστά θανάτου των βρεφών που δόθηκαν για τον πρώτο χρόνο της ζωής τους κυμαινόταν από 31,7% με 75% μέχρι το τέλος του δεύτερου χρόνου ζωής τους. Σε μια συζήτηση, το ίδιο έτος, πριν την American Pediatric Association (3), ο Dr. Knox από την Βαλτιμόρη δήλωσε ότι στα ιδρύματα σε αυτή την πόλη, το 90% των βρεφών απεβίωσαν έως το τέλος του πρώτου χρόνου της ζωής τους. Πίστευε ότι το υπόλοιπο 10% πιθανότατα είχε σωθεί λόγω του ότι τα είχαν βγάλει εγκαίρως από το ίδρυμα. Στην ίδια συζήτηση, ο γιατρός Dr. Shaw από την Αλβανία σημείωσε ότι το ποσοστό θνησιμότητας του Randalls Island Hospital ήταν πιθανότατα 100%.
Οι συνθήκες από τότε έχουν αλλάξει σημαντικά. Επί του παρόντος, τα καλύτερα Αμερικανικά ιδρύματα, όπως το Bellevue Hospital, στη Νέα Υόρκη, καταγράφει ποσοστό θνησιμότητας λιγότερου από 10% (4), πιο ευνοϊκό ποσοστό σε σύγκριση με το ποσοστό θνησιμότητας της υπόλοιπης χώρας. Ενόσω έχουν επιτευχθεί αυτά και άλλα παρόμοια αποτελέσματα εδώ και στην Ευρώπη, γιατροί και διοικητές ήρθαν σύντομα αντιμέτωποι με ένα νέο πρόβλημα: ανακάλυψαν ότι τα ιδρυματοποιημένα παιδιά, σχεδόν χωρίς εξαιρέσεις, ανέπτυσσαν αργότερα ψυχιατρικές διαταραχές και γίνονταν ακοινώνητα, παραβάτες, χαμηλής νοημοσύνης, ψυχωτικά ή προβληματικά παιδιά. Πιθανώς, το υψηλό ποσοστό θνησιμότητας, κατά την προηγούμενη περίοδο, είχε κρύψει αυτή την συνέπεια. Τώρα που τα παιδιά επέζησαν, έγιναν φανερά τα άλλα μειονεκτήματα της ιδρυματικοποίησης. Αυτά οδήγησαν, σε αυτή τη χώρα, στην ευρεία αντικατάσταση της ιδρυματικής περίθαλψης από την ανάδοχη φροντίδα στο σπίτι.
Πιστεύουμε ότι χρειάζεται περαιτέρω μελέτη, προκειμένου να διαχωρισθούν ξεκάθαρα οι διάφοροι παράγοντες που λειτουργούν στην κατάσταση επιδείνωσης μετά από παρατεταμένη περίθαλψη σε ιδρύματα. Ο αριθμός των βρεφών που μελετήθηκαν από τους Bakwin, Durfee, Wolf και Lowrey σε ιδρύματα είναι πολύ μικρός και οι Bender, Yarnell και Goldfarb δεν παρατήρησαν βρέφη στους πρώτους δώδεκα μήνες της ζωής τους. Δεν διερωτώμεθα εδώ το αν προτιμώνται τα ιδρύματα από τα ανάδοχα σπίτια, ένα θέμα που δεν συζητιέται σχεδόν ποτέ – η απόφαση μπορεί να συναχθεί από τα αποτελέσματα των μελετών της ομάδας Iowa της εκτεταμένης έρευνά τους σχετικά με τη διαμάχη «Φύση Έναντι Ανατροφής» (13 – 18). Μπορεί να φαίνεται περίεργο ότι κατά τη διάρκεια αυτής της διαμάχης καμία έρευνα δεν κάλυψε το πεδίο του πρώτου έτους ζωής σε ιδρύματα.[7] Όλες οι έρευνες της Iowa μελέτησαν είτε παιδιά σε ανάδοχα σπίτια είτε παιδιά ηλικίας άνω του ενός έτους, χρησιμοποιώντας τα ευρήματά τους για αναδρομικές ερμηνείες[8]. Δεν είχαν στην διάθεσή τους μια μέθοδο έρευνας που θα επέτρεπε την αξιολόγηση και την ποσοτικοποίηση της ανάπτυξης, ψυχικής ή κάποιας άλλης, κατά την διάρκεια του πρώτου χρόνου ζωής. Το μόνο τους εργαλείο είναι το I.Q., το οποίο είναι αναξιόπιστο (21) και μη εφαρμόσιμο κατά την διάρκεια του πρώτου χρόνου ζωής. Παρ’ όλ’ αυτά, τα τεστ για μωρά, με τα οποία έχουν δουλέψει οι Hetzer και Wolf (22) καλύπτουν το κενό, παρέχοντας όχι μόνο ένα πηλίκο νοημοσύνης αλλά επίσης ποσοτικοποιήσιμα δεδομένα για την ανάπτυξη ως σύνολο, όπως είναι ο δείκτης της Αναπτυξιακής Ηλικίας και του Αναπτυξιακού Πηλίκου. Επιπλέον, παρέχουν ποσοτικά στοιχεία για έξι διακριτούς τομείς της προσωπικότητας, δηλαδή: ανάπτυξη της αντίληψης, διαχείριση σώματος, κοινωνικές σχέσεις, μνήμη, σχέσεις με υλικά αντικείμενα και νοημοσύνη (που στον πρώτο χρόνο ζωής είναι περιορισμένης δυνατότητας η κατανόηση των μεταξύ τους σχέσεων και επίγνωσης των λειτουργιών των αντικειμένων).
Με την βοήθεια αυτών των δεδομένων («διαστάσεις»), ένα προφίλ (προσωπική καμπύλη) κατασκευάζεται, από το οποίο μπορούν να σκιαγραφηθούν σχετικά συμπεράσματα και με την βοήθεια του οποίου τα παιδιά θα μπορούν να συγκριθούν μεταξύ τους. Μέσοι όροι ανάπτυξης σε οποιονδήποτε τομέα ή σε όλους μπορούν να εφαρμοστούν για συγκεκριμένα περιβάλλοντα. Τέλος, μπορούν να παρακολουθηθούν[9]οι σχετικές εξελίξεις ενός και μόνο παιδιού σε διάφορους τομείς της προσωπικότητάς του. Τα προφίλ παρουσιάζουν μια σύνθεση της βρεφικής ανάπτυξης σε κάθε δεδομένη στιγμή· αλλά μπορούν επίσης να συνδυαστούν σε διαμήκεις καμπύλες της αναπτυξιακής εξέλιξης της συνολικής προσωπικότητας του παιδιού όπως επίσης και των διαφόρων τομέων της προσωπικότητας.
Ο σκοπός της έρευνάς μου είναι η απομόνωση και η διερεύνηση των παθογόνων παραγόντων που είναι υπεύθυνοι για την ευνοϊκή ή δυσμενή έκβαση της βρεφικής ανάπτυξης. Μία ψυχιατρική προσέγγιση μπορεί να φαίνεται επιθυμητή· παρ’ όλ’ αυτά, η ψυχιατρική βρεφών είναι ένας κλάδος που δεν υπάρχει ακόμη: η έναρξή της είναι ένας από τους σκοπούς της παρούσας μελέτης.
ΙΙ. Υλικό[10]
Με αυτόν τον σκοπό κατά νου, πραγματοποιήθηκε μια μακροπρόθεσμη μελέτη 164 παιδιών[11]. Με βάση τα ευρήματα προηγούμενων ερευνών, αυτή η μελέτη περιορίστηκε σε μεγάλο βαθμό στον πρώτο χρόνο της ζωής, σε δύο ιδρύματα, ώστε να συμπεριλάβει τον συνολικό πληθυσμό και των δύο (130 βρέφη). Καθόσον τα δύο ιδρύματα βρίσκονταν σε διαφορετικές χώρες του Δυτικού ημισφαιρίου, μία βάση σύγκρισης καθιερώθηκε ερευνώντας μη – ιδρυματοποιημένα παιδιά της ίδιας ηλικιακής ομάδας, στα σπίτια των γονιών τους και στις δύο χώρες. Έγινε η παρατήρηση 34 από αυτά. Έχουμε έτσι τέσσερα περιβάλλοντα:
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι.
Περιβάλλον | Ίδρυμα Νο 1[12] | Αντίστοιχο ιδιωτικό υπόβαθρο | Ίδρυμα Νο 2[13] | Αντίστοιχο ιδιωτικό υπόβαθρο |
Αριθμός Παιδιών | 69 | 11 | 61 | 23 |
ΙΙΙ. Διαδικασία.
Σε κάθε περίπτωση, κρατήθηκε ιστορικό για κάθε πιθανό δεδομένο σχετικά με την μητέρα του παιδιού· και σε κάθε περίπτωση χορηγήθηκαν τα βρεφικά τεστ των Hetzer – Wolf. Προβλήματα που εμφανίστηκαν κατά τη διάρκεια των ερευνών μας, για τα οποία τα τεστ δεν έδωσαν απαντήσεις, τέθηκαν σε ειδικά πειράματα που δημιουργήθηκαν για το σκοπό αυτό. Τέτοιου είδους προβλήματα αναφέρονταν, για παράδειγμα, στην στάση και συμπεριφορά ως απάντηση σε ερεθίσματα υλικών αντικειμένων, κοινωνικών καταστάσεων κλπ. Κάθε παρατήρηση ασυνήθιστης ή μη αναμενόμενης συμπεριφοράς ενός παιδιού πρωτοκολλήθηκε και μελετήθηκε.
Ένας μεγάλος αριθμός τεστ, όλα τα πειράματα και ορισμένες από τις ειδικές καταστάσεις γυρίστηκαν σε φιλμ 16/mm. Σε σύνολο των 31.500 σε πόδια φιλμ διατηρούν τα αποτελέσματα της έρευνάς μας μέχρι σήμερα. Στην ανάλυση των ταινιών ακολουθήθηκε η εξής μέθοδος: η συμπεριφορά κινηματογραφήθηκε σε ταχύτητα ήχου, δηλ. 24 καρέ ανά δευτερόλεπτο. Αυτό καθιστά δυνατή την επιβράδυνση της δράσης κατά την διάρκεια της προβολής στο ένα τρίτο σχεδόν της αρχικής ταχύτητας, ώστε να μπορεί να μελετηθεί σε αργή κίνηση. Επίσης, ένας προβολέας με πρόσθετο χειροκίνητο επιτρέπει την μελέτη των ταινιών καρέ προς καρέ, εάν είναι απαραίτητο, ώστε να κρατηθεί η δράση και να επαναληφθεί η προβολή κάθε λεπτομέρειας όσο συχνά απαιτείται. Συγχρόνως, μελετώνται τα γραπτά πρωτόκολλα των πειραμάτων και συγκρίνονται οι δύο παρατηρήσεις.
IV. Αποτελέσματα.
Με σκοπό να προσανατολιστούμε, καθορίσαμε τον μέσο όρο των Αναπτυξιακών Πηλίκων για το πρώτο τρίτο του πρώτου χρόνου ζωής για κάθε ένα από τα περιβάλλοντα που ερευνήθηκαν. Συγκρίναμε αυτούς τους μέσους όρους με αυτούς του τελευταίου τρίτου του πρώτου χρόνου ζωής. Αυτή η σύγκριση μας δίνει μια πρώτη ένδειξη της σημασίας των περιβαλλοντικών επιδράσεων στην ανάπτυξη.
Πίνακας ΙΙ:
Τύπος Περιβάλλοντος | Πολιτιστικό και Κοινωνικό Υπόβαθρο | Αναπτυξιακά Πηλίκα | |
Μέσος Όρος πρώτων τεσσάρων μηνών | Μέσος Όρος τελευταίων τεσσάρων μηνών | ||
Οικογενειακό Σπίτι | Επαγγελματικό | 133 | 131 |
Πληθυσμός Χωριού | 107 | 108 | |
Ίδρυμα | «Παιδικός Σταθμός» | 101,5 | 105 |
«Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών» | 124 | 72 |
Τα παιδιά από την πρώτη κατηγορία έρχονται από επαγγελματικά σπίτια μεγάλης πόλης· το Αναπτυξιακό τους Πηλίκο, υψηλό από την αρχή, παραμένει υψηλό κατά την διάρκεια της ανάπτυξης.
Τα παιδιά από την δεύτερη κατηγορία έρχονται από ένα απομονωμένο ψαροχώρι 499 κατοίκων, όπου οι συνθήκες διατροφής, στέγασης, υγιεινής και ιατρικής περίθαλψης είναι πράγματι πολύ φτωχές· το Αναπτυξιακό τους Πηλίκο στους πρώτους τέσσερις μήνες είναι πολύ χαμηλότερο και παραμένει σε χαμηλότερο επίπεδο από αυτό της προηγούμενης κατηγορίας.
Στην τρίτη κατηγορία «Παιδικός Σταθμός», τα παιδιά έμειναν ανάπηρα από την γέννησή τους, από τις συνθήκες καταγωγής τους, κάτι που θα συζητηθεί παρακάτω. Στην αρχή, το Αναπτυξιακό τους Πηλίκο είναι ακόμη χαμηλότερο από τα παιδιά του χωριού· στην πορεία της ανάπτυξής τους κερδίζουν ελαφρά.
Στην τέταρτη κατηγορία «Σπίτι για εγκαταλελειμμένα παιδιά», τα παιδιά είναι από μη επιλεγμένο αστικό (Λατινικής χώρας) υπόβαθρο. Το Αναπτυξιακό τους Πηλίκο, κατά την εισαγωγή, είναι χαμηλότερο από αυτό της καλύτερης κατηγορίας μας αλλά πολύ υψηλότερο από αυτό των άλλων δύο. Η εικόνα αλλάζει εντελώς στο τέλος του πρώτου χρόνου ζωής, όταν το Αναπτυξιακό τους Πηλίκο βυθίζεται στο απίστευτα χαμηλό επίπεδο του 72.
Έτσι, τα παιδιά στα πρώτα τρία περιβάλλοντα, στο τέλος του πρώτου χρόνου ζωής τους, ήταν στο σύνολό τους καλώς ανεπτυγμένα και φυσιολογικά, είτε μεγάλωσαν σε προοδευτικό οικογενειακό σπίτι της μεσαίας τάξης (όπου προφανώς επικρατούσαν οι βέλτιστες συνθήκες και τα παιδιά βρίσκονταν πιο ψηλά στην μέση ανάπτυξη) είτε σε ένα ίδρυμα ή κάποιο σπίτι του χωριού, όπου η ανάπτυξη δεν ήταν λαμπρή αλλά έφτανε έναν απόλυτα φυσιολογικό και ικανοποιητικό μέσο όρο. Τα παιδιά στο τέταρτο περιβάλλον, αν και ξεκίνησαν με τόσο υψηλό επίπεδο σχεδόν όσο το καλύτερο από τα άλλα, χειροτέρευσε θεαματικά.
Τα παιδιά από τα Σπίτια Εγκαταλελειμμένων Παιδιών εμφάνισαν όλες τις εκδηλώσεις του ιδρυματισμού, εξίσου σωματικού και ψυχικού. Παρόλο που η υγιεινή και οι προφυλάξεις ενάντια στις μολύνσεις ήταν άψογες, τα παιδιά εμφάνισαν, από τον τρίτο μήνα και έπειτα, ακραία ευαισθησία στη μόλυνση και στην ασθένεια κάθε είδους. Δεν υπήρχε σχεδόν κανένα παιδί στο ιστορικό του που να μην βρήκαμε αναφορά σε μέση ωτίτιδα ή νοσήματα ή ανεμοβλογιά ή έκζεμα ή εντερική ασθένεια κάποιου είδους. Δεν μπόρεσαν να προκύψουν στοιχεία σχετικά με τη γενική θνησιμότητα· αλλά κατά τη διάρκεια της παραμονής μου μια επιδημία ιλαράς σάρωσε το ίδρυμα, με ιλιγγιωδώς υψηλά ποσοστά θνησιμότητας, παρά την ελεύθερη χορήγηση ορού ανάρρωσης και σφαιρινών, καθώς και τις άριστες συνθήκες υγιεινής. Σε σύνολο 88 παιδιών έως την ηλικία των 21/2, τα 23 απεβίωσαν. Είναι εντυπωσιακή η σύγκριση της θνησιμότητας μεταξύ των 45 παιδιών μέχρι την ηλικία των 11/2 χρονών με αυτό των 43 παιδιών ηλικίας που κυμαίνεται μεταξύ 11/2 με 21/2 χρονών: συνήθως, η συχνότητα της ιλαράς είναι μικρή στη νεότερη ηλικιακή ομάδα, αλλά μεταξύ εκείνων που έχουν μολυνθεί η θνησιμότητα είναι υψηλότερη από αυτή στη μεγαλύτερη ηλικιακή ομάδα· καθώς στην περίπτωση του Σπιτιού Εγκαταλελειμμένων Παιδιών κάθε παιδί μολύνθηκε, το ερώτημα της συχνότητας δεν τέθηκε· παρ’ όλ’ αυτά, έναντι των προσδοκιών, η θνησιμότητα ήταν πολύ υψηλότερη στην μεγαλύτερη ηλικιακή ομάδα. Στη νεότερη ομάδα, 6 απεβίωσαν, δηλ. περίπου το 13%. Στην μεγαλύτερη ηλικιακά ομάδα, 17 απεβίωσαν, δηλ. κοντά στο 40%. Η σημασία αυτών των στοιχείων γίνεται φανερή όταν συνειδητοποιούμε ότι η θνησιμότητα από ιλαρά κατά την διάρκεια του πρώτου χρόνου ζωής στην εν λόγω κοινότητα, εκτός ιδρύματος, ήταν λιγότερη από ½%.
Λαμβάνοντας υπόψη την βλάβη που υπέστησαν σε όλους τους τομείς της προσωπικότητας τους τα παιδιά κατά τη διάρκεια της παραμονής τους σε αυτό το ίδρυμα, πιστεύουμε ότι είναι ορθό να υποθέσουμε ότι η ζωτικότητά τους (οποιαδήποτε κι αν είναι αυτή), η αντίστασή τους στις ασθένειες, εξίσου μειώθηκε σταδιακά. Στον θάλαμο των παιδιών ηλικίας που κυμαίνεται μεταξύ 18 μηνών και 21/2 χρονών, μόνο δύο από τα είκοσι έξι παιδιά που επιβίωσαν λένε λίγες λέξεις. Αυτά τα δύο είναι ικανά να περπατήσουν. Ένα τρίτο παιδί ξεκινάει να περπατάει. Σχεδόν κανένα από αυτά δεν μπορεί να φάει μόνο του. Οι συνήθειες καθαριότητας δεν έχουν αποκτηθεί και κανένα δεν έχει έλεγχο σφιγκτήρων.
Σε έντονη αντίθεση με αυτό είναι η εικόνα που μας δίνουν τα παιδιά του Παιδικού Σταθμού ηλικίας που κυμαίνεται μεταξύ 8 και 12 μηνών. Το πρόβλημα εδώ δεν είναι το αν τα παιδιά περπατούν ή μιλούν μέχρι το τέλος του πρώτου χρόνου ζωής· το πρόβλημα με αυτά τα 10 μηνών βρέφη είναι το πώς να τιθασεύσουμε την υγιή περιέργεια και δράση τους. Ανεβαίνουν στις ράβδους των κρεβατιών με τον τρόπο που σκαρφαλώνουν στους φοίνικες οι Νησιώτες της Νότιας Θάλασσας. Έπρεπε να ληφθούν ειδικά μέτρα για την προστασία τους από τραυματισμό, αφότου ένα βρέφος 10 μηνών πέτυχε πραγματικά να βουτήξει ακριβώς πάνω από τα, περισσότερα από δύο ποδιών, κιγκλιδώματα της κούνιας. Και όλα καταλάβαιναν την σημασία απλών κοινωνικών χειρονομιών. Όταν ελευθερώνονταν από την κούνια τους, όλα περπατούσαν με υποστήριξη και κάποια από αυτά μόνα τους.
Ποιες είναι οι διαφορές ανάμεσα στα δύο ιδρύματα που έχουν ως συνέπεια στο μεν να έχουμε φυσιολογικά αποδεκτά παιδιά και στο δε να εμφανίζονται τόσο επίφοβα αποτελέσματα;
Α. Ομοιότητες[14]:
- Το υπόβαθρο των παιδιών.
Ο Παιδικός Σταθμός είναι ένα ποινικό ίδρυμα στο οποίο κρατούνται παραβατικά κορίτσια. Όταν, όπως συμβαίνει συχνά, είναι έγκυες κατά την εισαγωγή τους, μεταφέρονται σε γειτονικό μαιευτήριο και μετά την ανάρρωση, τα παιδιά τους φροντίζονται στον Παιδικό Σταθμό από τη γέννηση έως το τέλος του πρώτου χρόνου ζωής. Το υπόβαθρο αυτών των παιδιών ενέχει μια έντονα αρνητική συνθήκη, καθώς οι μητέρες είναι κυρίως παραβατικές ανήλικες ως αποτέλεσμα κοινωνικής δυσπροσαρμογής ή αδυναμίας σκέψης ή επειδή είναι ψυχικά αδύναμες, ψυχοπαθείς ή εγκληματίες. Η ψυχική κανονικότητα και η επαρκής κοινωνική προσαρμογή σχεδόν αποκλείονται.
Το άλλο ίδρυμα είναι ένα Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών ξεκάθαρο και απλό. Ένας αριθμός των παιδιών που μένουν εκεί έχουν ένα υπόβαθρο όχι πολύ καλύτερο από αυτά που μένουν στον Παιδικό Σταθμό· όμως, ένας αρκετός αριθμός παιδιών έρχεται από καλά προσαρμοσμένο κοινωνικό υπόβαθρο, φυσιολογικές μητέρες που το μόνο τους ελάττωμα είναι η αδυναμία να υποστηρίξουν τον εαυτό τους και τα παιδιά τους (το οποίο δεν αποτελεί σημάδι κακής προσαρμογής των γυναικών με Λατινικό υπόβαθρο). Αυτό φαίνεται στο μέσο όρο των Αναπτυξιακών Πηλίκων των δύο ιδρυμάτων κατά την διάρκεια των πρώτων 4 μηνών, όπως δείχνει ο Πίνακας ΙΙ.
Επομένως, το υπόβαθρο των παιδιών στα δύο ιδρύματα δεν ευνοεί τον Παιδικό Σταθμό· αντιθέτως, δείχνει ένα αξιοσημείωτο πλεονέκτημα του Σπιτιού Εγκαταλελειμμένων Παιδιών.
- Συνθήκες Στέγασης.
Εξίσου τα δύο ιδρύματα βρίσκονται εκτός πόλης, σε μεγάλους ευρύχωρους κήπους. Εξίσου οι συνθήκες υγιεινής τηρούνται προσεκτικά. Εξίσου τα βρέφη κατά την γέννηση και κατά την διάρκεια των πρώτων 6 εβδομάδων διαχωρίζονται από τα μεγαλύτερα μωρά σε ειδική πτέρυγα νεογέννητων, όπου η είσοδος επιτρέπεται μόνο με αποστειρωμένη ρόμπα και μετά από το πλύσιμο των χεριών. Εξίσου στα δύο ιδρύματα, τα βρέφη μεταφέρονται από την πτέρυγα των νεογέννητων μετά από 2 ή 3 μήνες στις πτέρυγες των μεγαλύτερων μωρών, όπου τοποθετούνται σε ατομικούς θαλάμους, οι οποίοι στον Παιδικό Σταθμό είναι εντελώς κλεισμένοι με γυαλί, στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών είναι κλεισμένοι με γυαλί σε τρεις πλευρές και ανοιχτοί στο τέλος. Στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών, τα παιδιά παραμένουν στους θαλάμους τους έως 15 με 18 μηνών· στον Παιδικό Σταθμό μεταφέρονται μετά τον 6ο μήνα σε δωμάτια που έχουν τέσσερις με πέντε κούνιες το καθένα.
Τα μισά από τα παιδιά στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών τοποθετούνται σε ένα αμυδρά φωτισμένο μέρος της πτέρυγας· το άλλο μισό, στο πλήρες φως των μεγάλων παραθύρων που βλέπουν νοτιοανατολικά, με άφθονο ήλιο να μπαίνει μέσα. Στον Παιδικό Σταθμό, όλα τα παιδιά έχουν καλά φωτισμένους θαλάμους. Εξίσου στα δύο ιδρύματα, οι τοίχοι είναι βαμμένοι σε ανοιχτό ουδέτερο χρώμα, δίνοντας μια λευκή εντύπωση στον Παιδικό Σταθμό, μια γκριζοπράσινη εντύπωση στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών. Εξίσου και στα δύο, τα παιδιά τοποθετούνται σε λευκά βαμμένες κούνιες. Ο Παιδικός Σταθμός είναι οικονομικά πολύ περισσότερο προνομιούχος: εδώ βρίσκουμε συνήθως ένα μικρό μεταλλικό τραπέζι με τα σύνεργα της παιδικής περίθαλψης, όπως και μια καρέκλα, σε κάθε θάλαμο· ενώ στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών, αποτελεί εξαίρεση εάν βρούμε ένα χαμηλό σκαμπό στους θαλάμους, όπου συνήθως δεν έχουν τίποτα παραπάνω από την κούνια του παιδιού.
- Τροφή.
Εξίσου στα δύο ιδρύματα, επαρκές φαγητό ετοιμάζεται άριστα και ποικίλλει ανάλογα με τις ανάγκες κάθε παιδιού σε κάθε ηλικία· τα μπιμπερό με τα οποία τα παιδιά τρέφονται, αποστειρώνονται. Εξίσου στα δύο ιδρύματα, ένα μεγάλο ποσοστό μικρών παιδιών θηλάζει. Στον Παιδικό Σταθμό, αυτό το ποσοστό είναι μικρότερο, οπότε σύντομα προστίθεται μια φόρμουλα και σε πολλές περιπτώσεις ο απογαλακτισμός έρχεται νωρίς. Στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών, όλα τα παιδιά θηλάζουν από θέμα αρχής έως την ηλικία των 3 μηνών, εκτός και αν κάποια ασθένεια φέρει μια αναγκαία παρέκκλιση από αυτόν τον κανόνα.
- Ρουχισμός.
Ο ρουχισμός είναι πρακτικά ίδιος και στα δύο ιδρύματα. Τα παιδιά έχουν επαρκή ρούχα και κουβέρτες σε παστέλ χρώματα. Η θερμοκρασία στα δωμάτια είναι η κατάλληλη. Δεν έχουμε δει κανένα παιδί να τρέμει σε κανένα από τα δύο ιδρύματα.
- Ιατρική Περίθαλψη.
Το Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών το επισκέπτεται ο επικεφαλής γιατρός και το ιατρικό προσωπικό τουλάχιστον μία φορά την ημέρα, συχνά δύο φορές και κατά την διάρκεια αυτών των ελέγχων τσεκάρεται το διάγραμμα κάθε παιδιού καθώς και το ίδιο το παιδί. Για ειδικές τροφές, ένας λαρυγγολόγος και άλλες ειδικότητες είναι διαθέσιμες· και εκείνοι κάνουν ελέγχους καθημερινά. Στον Παιδικό Σταθμό, δεν γίνονται καθημερινοί έλεγχοι, καθώς δεν είναι απαραίτητοι. Ο γιατρός βλέπει τα παιδιά όταν καλείται.
Μέχρι αυτό το σημείο, φαίνεται να υπάρχει μια πολύ μικρή σημαντική διαφορά ανάμεσα στα παιδιά των δύο ιδρυμάτων. Το Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών εμφανίζει, αν μη τι άλλο, ένα μικρό πλεονέκτημα έναντι του Παιδικού Σταθμού στο θέμα της επιλογής των εισαχθέντων παιδιών, του θηλασμού και της ιατρικής περίθαλψης. Στα στοιχεία που τώρα ακολουθούν γίνονται ορατές οι θεμελιώδεις διαφορές.
Β. Διαφορές:
- Παιχνίδια.
Στον Παιδικό Σταθμό, αποτελεί εξαίρεση όταν ένα παιδί δεν έχει ένα ή περισσότερα παιχνίδια. Στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών, η πρώτη μου εντύπωση ήταν ότι ούτε ένα παιδί δεν είχε ένα παιχνίδι. Αυτή η εντύπωση αργότερα επαληθεύτηκε. Στο πέρασμα των ημερών, πιθανότατα ως αντίδραση στην δική μας παρουσία, όλο και περισσότερα παιχνίδια εμφανίζονταν, κάποια από αυτά έξυπνα στερεωμένα με ένα κορδόνι πάνω από το κεφάλι του μωρού για να μπορεί να τα φτάσει. Μέχρι την ώρα που φύγαμε, ένα μεγάλο ποσοστό των παιδιών στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών είχε ένα παιχνίδι.
- Οπτικά Ερεθίσματα.
Στον Παιδικό Σταθμό, ο διάδρομος που υπάρχει ανάμεσα στους θαλάμους, αν και αυστηρά λευκός και χωρίς ιδιαίτερο στολισμό, δίνει μια φιλική εντύπωση ζεστασιάς. Αυτό συμβαίνει πιθανόν επειδή τα δέντρα, το τοπίο και ο ουρανός είναι ορατά και από τις δύο πλευρές και επειδή υπάρχει συνήθως η δράση των μητέρων που σπεύδουν να κρατήσουν τα παιδιά τους, να τα φροντίσουν, να τα ταΐσουν, να παίξουν μαζί τους, να μιλήσουν μαζί τους έχοντας τα αγκαλιά. Οι θάλαμοι των παιδιών είναι κλειστοί αλλά οι υαλοπίνακες των χωρισμάτων φτάνουν αρκετά χαμηλά ώστε κάθε παιδί να μπορεί ανά πάσα στιγμή να παρατηρεί όλα όσα συμβαίνουν τριγύρω. Μπορεί να δει στο διάδρομο μόλις σηκωθεί στους αγκώνες του. Μπορεί να κοιτάξει έξω από τα παράθυρα και μπορεί να δει μωρά στους άλλους θαλάμους γυρίζοντας απλώς το κεφάλι· μάρτυρας το γεγονός ότι κάθε φορά που ο πειραματιστής παίζει με ένα μωρό σε έναν από τους θαλάμους, τα μωρά στους δύο διπλανούς θαλάμους φαίνονται γοητευμένα, προσπαθούν να συμμετάσχουν στο παιχνίδι, χτυπούν τα τζάμια του διαχωριστικού και συχνά αρχίζουν να κλαίνε αν δεν τους δοθεί προσοχή. Οι περισσότερες κούνιες είναι εφοδιασμένες με ράβδους σε μεγάλες αποστάσεις που δεν αποτελούν εμπόδιο στην όραση. Μετά την ηλικία των 6 μηνών, όταν το παιδί μεταφέρεται στις πτέρυγες των μεγαλύτερων μωρών, το οπτικό πεδίο εμπλουτίζεται, καθώς ένας αριθμός μωρών βρίσκονται μαζί στο ίδιο δωμάτιο και έτσι παίζουν μεταξύ τους.
Στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών, ο διάδρομος στον οποίο ανοίγουν οι θάλαμοι, αν και γεμάτος φως σε μια πλευρά τουλάχιστον, είναι ζοφερός και έρημος, εκτός από την ώρα σίτισης, κατά την οποία πέντε με οχτώ νοσοκόμες καταγράφουν και προσέχουν τις ανάγκες των παιδιών. Την περισσότερη ώρα τίποτε δεν αποσπά την προσοχή των μωρών. Μια ειδική ρουτίνα του Σπιτιού Εγκαταλελειμμένων Παιδιών συνίσταται στο να κρεμάνε σεντόνια πάνω από το πόδι και το πλαϊνό κάγκελο κάθε κούνιας. Η ίδια η κούνια έχει ύψος 18 ίντσες περίπου. Τα πλαϊνά κάγκελα έχουν ύψος 20 ίντσες περίπου· τα κάγκελα ποδιών και κεφαλιού έχουν ύψος 28 ίντσες περίπου. Έτσι, όταν τα σεντόνια του κρεββατιού είναι κρεμασμένα πάνω από τα κάγκελα, το παιδί που βρίσκεται στην κούνια καλύπτεται αποτελεσματικά από τον κόσμο. Είναι πλήρως διαχωρισμένο από τους άλλους θαλάμους, καθώς οι υαλοπίνακες των ξύλινων χωρισμάτων ξεκινούν από 6 έως 8 ίντσες ψηλότερα ακόμη και από το κάγκελο της κεφαλής της κούνιας. Το αποτέλεσμα αυτού του συστήματος είναι ότι κάθε μωρό είναι σε πλήρη περιορισμό μέχρι την στιγμή που θα είναι ικανό να σταθεί στο κρεββάτι του και το μόνο αντικείμενο που μπορεί να δει είναι το ταβάνι.
- Κινητικά Ερεθίσματα.
Στον Παιδικό Σταθμό, τα κινητικά ερεθίσματα είναι οριοθετημένα από τον διαθέσιμο χώρο στην κούνια, ο οποίος μέχρι τους 10 μήνες ζωής παρέχει ένα αρκετά ικανοποιητικό εύρος.
Θεωρητικά, το ίδιο θα ίσχυε και στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών. Όμως, στην πράξη δεν συμβαίνει αυτό, πιθανόν λόγω της έλλειψης ερεθισμάτων, τα μωρά ξαπλώνουν σε ύπτια θέση στην κούνια τους για πολλούς μήνες και μια κοιλότητα γίνεται στα στρώματά τους. Μέχρι την ώρα που φτάνουν σε ηλικία που μπορούν να γυρίσουν με την πλάτη στην άλλη πλευρά (στον 7ο μήνα περίπου), αυτή η κοιλότητα περιορίζει την δράση τους σε τέτοιο βαθμό που εμποδίζονται εντελώς στο να στρίψουν σε οποιαδήποτε κατεύθυνση. Με αποτέλεσμα, βρίσκουμε τα περισσότερα μωρά, ακόμη και στους 10 με 12 μήνες ζωής, να είναι ξαπλωμένα ανάσκελα και να παίζουν με το μοναδικό αντικείμενο που έχουν στην διάθεσή τους, τα χέρια και τα πόδια τους.
- Το Προσωπικό.
Στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών, υπάρχει μια προϊσταμένη νοσοκόμα και πέντε βοηθοί νοσοκόμες για σαράντα πέντε μωρά σύνολο. Αυτές οι νοσοκόμες έχουν την εξ’ ολοκλήρου φροντίδα των παιδιών στα χέρια τους, εκτός από τα μωρά που είναι πολύ μικρά και θηλάζουν. Τα τελευταία φροντίζονται ως έναν ορισμένο βαθμό από τις μητέρες τους ή από τροφούς· αλλά μετά από μερικούς μήνες μεταφέρονται στους ατομικούς θαλάμους της γενικής πτέρυγας, όπου μοιράζονται με τουλάχιστον άλλα εφτά παιδιά τις περιποιήσεις μίας νοσοκόμας. Είναι φανερό ότι, το ποσό της φροντίδας που μπορεί να δώσει μία νοσοκόμα σε ένα παιδί, όταν έχει να διαχειριστεί οχτώ παιδιά, είναι πράγματι μικρό. Αυτές οι νοσοκόμες είναι ασυνήθιστα μητρικές, γυναίκες που αγαπούν τα μωρά· παρ’ όλ’ αυτά, τα μωρά του Σπιτιού Εγκαταλελειμμένων Παιδιών σίγουρα στερούνται κάθε ανθρώπινης επαφής για τον περισσότερο χρόνο της ημέρας.
Ο Παιδικός Σταθμός διευθύνεται από μια προϊσταμένη νοσοκόμα και τις τρεις βοηθούς της, των οποίων τα καθήκοντα δεν περιλαμβάνουν την φροντίδα των παιδιών, αλλά συνίστανται κυρίως στο να εκπαιδεύσουν τις μητέρες των παιδιών στην παιδική φροντίδα και στο να τις επιβλέπουν. Τα παιδιά τρέφονται, περιθάλπονται και φροντίζονται από τις ίδιες τις μητέρες τους ή στις περιπτώσεις που η μητέρα είναι χωρισμένη από το παιδί για οποιοδήποτε λόγο, από την μητέρα κάποιου άλλου παιδιού ή από μια έγκυο κοπέλα, η οποία με αυτόν τον τρόπο αποκτά την απαραίτητη εμπειρία για την φροντίδα του δικού της μελλοντικού παιδιού. Έτσι, στον Παιδικό Σταθμό κάθε παιδί έχει την πλήρη φροντίδα της δικής του μητέρας ή τουλάχιστον μία αντικαταστάτη που η ικανότατη προϊσταμένη νοσοκόμα προσπαθεί να αλλάξει μέχρι να βρει κάποια που πραγματικά συμπαθεί το παιδί.
V. Συζήτηση.
Το να λέμε ότι κάθε παιδί στον Παιδικό Σταθμό έχει μητέρα πλήρους παρουσίας υποβαθμίζει το θέμα από ψυχολογικής άποψης. Παρ’ όλ’ αυτά, όσο σύγχρονο ποινικό ίδρυμα κι αν είναι, ο περιορισμός που επιβάλλει στα παραβατικά κορίτσια είναι μεγάλος. Οι ευκαιρίες τους για διέξοδο για τα ενδιαφέροντα, τις φιλοδοξίες, τις δραστηριότητές τους, είναι πολύ φτωχές. Οι προηγούμενες σεξουαλικές ικανοποιήσεις, όπως και η ανταγωνιστική δραστηριότητα στο σεξουαλικό πεδίο, ξαφνικά σταμάτησαν: οι κανονισμοί απαγορεύουν τα φανταχτερά φορέματα, τα έντονα βερνίκια νυχιών ή τα υπερβολικά χτενίσματα. Το είδος της κοινωνικής ζωής όπου τα κορίτσια μπορούσαν να κάνουν επίδειξη εξανεμίσθηκε. Αυτό είναι ιδιαιτέρως τραυματικό, καθώς αυτά τα κορίτσια έγιναν παραβάτες διότι δεν μπόρεσαν να μετουσιώσουν τις σεξουαλικές τους ενορμήσεις, να βρουν υποκατάστατες ικανοποιήσεις και έτσι δεν κατέχουν ένα μοτίβο παραίτησης από μια ματαιωμένη ευχαρίστηση. Επιπλέον, δεν έχουν το κέρδος των σχέσεων με την οικογένεια και φίλους, όπως είχαν πρωτύτερα. Αυτοί οι παράγοντες, σε συνδυασμό με την απώλεια της προσωπικής ελευθερίας, την στέρηση ατομικής ιδιοκτησίας και τον αυστηρό έλεγχο του ποινικού ιδρύματος, όλα αυτά προστίθενται σε ένα σοβαρό ναρκισσιστικό τραύμα από την στιγμή της εισαγωγής· και συνεχίζουν να επηρεάζουν τους ναρκισσιστικούς και λιβιδινικούς τομείς καθ’ όλη την διάρκεια του εγκλεισμού.
Ευτυχώς, υπάρχουν μερικές δικλείδες ασφαλείας για τα συναισθήματά τους: (1) η σχέση με τους φύλακες, τις προϊστάμενες και τις νοσοκόμες· (2) με τις συγκρατούμενες· (3) με το παιδί. Στην σχέση με τους φύλακες, τις προϊστάμενες και τις νοσοκόμες, που προφανώς αντιπροσωπεύουν γονεϊκές μορφές, μεγάλο μέρος της επιθετικότητας και της δυσαρέσκειας των κρατουμένων περιορίζεται. Μεγάλο μέρος αυτών βρίσκουν διέξοδο στην σχέση αγάπης και μίσους με τις συγκρατούμενες, όπου όλα τα φαινόμενα αδερφικής αντιπαλότητας αναβιώνονται.
Παρ’ όλ’ αυτά, το παιδί γίνεται για αυτές ο εκπρόσωπος της δικής τους σεξουαλικότητας, ένα δικό τους δημιούργημα, ένα αντικείμενο που κατέχουν, που μπορούν να ντύσουν και να στολίσουν, όπου μπορούν να εκδηλώσουν την τρυφερότητα και την περηφάνια τους και που για αυτά τα επιτεύγματα, τις επιδόσεις και την εμφάνιση μπορούν να καυχηθούν. Αυτό εκδηλώνεται με τον συνεχή ανταγωνισμό μεταξύ τους για το ποιο έχει ντυθεί καλύτερα, ποιο είναι πιο προχωρημένο, πιο έξυπνο, πιο όμορφο, πιο βαρύ, πιο μεγάλο, πιο δραστήριο – με μια λέξη, το καλύτερο μωρό[15]. Για τις ίδιες, έχουν λίγο έως πολύ παραιτηθεί στον ανταγωνισμό για αγάπη, αλλά ζηλεύουν έντονα την προσοχή που δίνεται στα παιδιά από τις προϊστάμενες, τους φύλακες και τις συγκρατούμενες.
Θα χρειαζόταν ένας απαιτητικός πειραματιστής για να εφεύρει ένα πείραμα με συνθήκες εκ διαμέτρου αντίθετες όσον αφορά τη σχέση μητέρας-παιδιού με αυτές που είναι σε αυτά τα δύο ιδρύματα. Ο Παιδικός Σταθμός παρέχει σε κάθε παιδί μια μητέρα σε τεράστιο βαθμό, μια μητέρα που δίνει στο παιδί όσα δίνει μια καλή μητέρα και πέρα από αυτό, οτιδήποτε άλλο έχει[16]. Το Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών δεν δίνει μια μητέρα στο παιδί, ούτε ακόμη μια υποκατάστατη μητέρα, παρά μόνο μια νοσοκόμα επιφορτισμένη με οχτώ παιδιά.
Είμαστε σε θέση τώρα να προσεγγίσουμε πιο καλά και με καλύτερη κατανόηση τα αποτελέσματα που έχουμε αποκτήσει και από τα δύο ιδρύματα. Ήδη έχουμε σημειώσει μερικά: αναφέραμε ότι το Αναπτυξιακό Πηλίκο του Παιδικού Σταθμού φτάνει έναν φυσιολογικό μέσο όρο των 105 περίπου κατά το τέλος του πρώτου χρόνου ζωής, ενώ αυτό του Σπιτιού Εγκαταλελειμμένων Παιδιών βυθίζεται στο 72· και αναφέραμε την εντυπωσιακή διαφορά που υπάρχει στα παιδιά στα δύο ιδρύματα με την πρώτη ματιά. Ας εξετάσουμε πρώτα το σημείο στο οποίο αποκλίνει η ανάπτυξη στα δύο ιδρύματα.
Κατά την είσοδο, τα παιδιά του Σπιτιού Εγκαταλελειμμένων Παιδιών έχουν πολύ καλύτερο μέσο όρο από τα παιδιά του Παιδικού Σταθμού· τα κληρονομικά εφόδιά τους είναι καλύτερα από αυτά των παιδιών των ανήλικων παραβατών. Όμως, ενόσω το Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών παρουσιάζει ραγδαία πτώση του αναπτυξιακού δείκτη, ο Παιδικός Σταθμός παρουσιάζει σταθερή άνοδο. Διασταυρώνονται μεταξύ του 4ου και του 5ου μήνα και από εκείνο το σημείο και μετά η καμπύλη του μέσου Αναπτυξιακού Πηλίκου του Σπιτιού Εγκαταλελειμμένων Παιδιών πέφτει προς τα κάτω με αυξανόμενη ταχύτητα μην ανεβαίνοντας ποτέ ξανά (Καμπύλη Ι).
Το σημείο στο οποίο διασταυρώνονται οι δύο καμπύλες είναι σημαντικό. Η στιγμή που τα παιδιά του Σπιτιού Εγκαταλελειμμένων Παιδιών απογαλακτίζονται είναι στο ξεκίνημα του 4ου μήνα. Η χρονική καθυστέρηση ενός μήνα στη βύθιση του δείκτη κάτω από το κανονικό εξηγείται από το γεγονός ότι το Πηλίκο αντιπροσωπεύει μια διασταύρωση παραγόντων που περιλαμβάνει όλους τους τομείς ανάπτυξης και από το ότι έγιναν προσπάθειες αντιστάθμισης σε ορισμένους από τους άλλους τομείς.
Παρ’ όλ’ αυτά, όταν εξετάζουμε τον παράγοντα της Σωματικής Κυριαρχίας (Καμπύλη ΙΙ) που σύμφωνα με την Wolf[17] είναι πιο ενδεικτικός για την σχέση μητέρας – παιδιού, βρίσκουμε ότι οι καμπύλες των παιδιών στον Παιδικό Σταθμό διασταυρώνονται με την καμπύλη της Κυριαρχίας Σώματος των παιδιών του Σπιτιού Εγκαταλελειμμένων Παιδιών μεταξύ του 3ου και 4ου μήνα. Το συμπέρασμα είναι εμφανές. Μόλις τα μωρά στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών απογαλακτιστούν από τις μικρές ανθρώπινες επαφές που είχαν κατά τη διάρκεια του θηλασμού, η ανάπτυξή τους πέφτει κάτω από το φυσιολογικό.
Θα μπορούσε κανείς να τείνει να κάνει υποθέσεις για το εάν η περαιτέρω χειροτέρευση των παιδιών στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών δεν οφείλεται και σε άλλους παράγοντες, όπως οι αντιληπτικές και κινητικές στερήσεις από τις οποίες υποφέρουν. Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι, η καλύτερη επίδοση των παιδιών του Παιδικού Σταθμού οφείλεται στο γεγονός ότι είχαν περισσότερα εφόδια όσον αφορά τα παιχνίδια και άλλα αντιληπτικά ερεθίσματα. Επομένως, θα αναλύσουμε κάπως πιο στενά την φύση των στερήσεων σε επίπεδο αντιληπτικών και κινητικών ερεθισμάτων.
Πρώτα απ’ όλα, θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι, η φύση του υλικού αντιληπτικού ερεθίσματος, είτε είναι ένα παιχνίδι είτε ένα οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο, έχει ελάχιστη σημασία για ένα παιδί κάτω των 12 μηνών. Σε αυτή την ηλικία, το παιδί δεν είναι ακόμη ικανό να διαχωρίσει τον πραγματικό σκοπό ενός αντικειμένου. Είναι ικανό μόνο να το χρησιμοποιήσει με τρόπο σύστοιχο προς τις δικές του λειτουργικές ανάγκες (23). Η θέση μας είναι ότι, η αντίληψη είναι μια λειτουργία λιβιδινικής κάθεξης και έτσι το αποτέλεσμα της παρέμβασης ενός συναισθήματος του ενός ή του άλλου είδους[18]. Τα συναισθήματα παρέχονται στο παιδί μέσω της ανθρώπινης συντροφιάς, δηλ. από την μητέρα ή την αντικαταστάτη της. Μία προοδευτική ανάπτυξη συναισθηματικής αλληλεπίδρασης με την μητέρα παρέχει στο παιδί αντιληπτικές εμπειρίες του περιβάλλοντός του. Το παιδί μαθαίνει να πιάνει με το να θηλάζει το μητρικό στήθος και με το να συνδυάζει την συναισθηματική ικανοποίηση αυτής της εμπειρίας με τις απτικές αντιλήψεις. Μαθαίνει να διαχωρίζει τα έμψυχα αντικείμενα από τα άψυχα μέσα από την θέα που προσφέρει το πρόσωπο της μητέρας (28) σε καταστάσεις γεμάτες συναισθηματική ικανοποίηση. Η αλληλεπίδραση μεταξύ μητέρας και παιδιού φορτίζεται με συναισθηματικούς παράγοντες και μέσα σε αυτή την αλληλεπίδραση το παιδί μαθαίνει να παίζει. Εξοικειώνεται με το περιβάλλον του ενόσω η μητέρα τον γυροφέρνει στην αγκαλιά της· με την βοήθειά της μαθαίνει την ασφάλεια στην κίνηση καθώς και από κάθε άλλη άποψη. Αυτή η ασφάλεια ενισχύεται από το ότι είναι στη διάθεσή του με κάθε του κάλεσμα. Σε αυτές τις συναισθηματικές σχέσεις με την μητέρα, το παιδί εισάγεται στο να μαθαίνει και έπειτα στην μίμηση. Αναφέραμε προηγουμένως ότι, τα παιδιά χωρίς μητέρα στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών αδυνατούν να μιλήσουν, να φάνε χωρίς βοήθεια ή να αποκτήσουν συνήθειες καθαριότητας: είναι η ασφάλεια που παρέχει η μητέρα στο πεδίο της κινητικότητας, το συναισθηματικό δόλωμα που προσφέρει η μητέρα την στιγμή που καλεί το παιδί, που το «μαθαίνει» να περπατάει. Όταν αυτό λείπει, παιδιά ακόμη και δύο με τριών χρονών δεν μπορούν να περπατήσουν.
Τα παιδιά στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών έχουν, θεωρητικά, τόσα κινητικά ερεθίσματα όσα και τα παιδιά στον Παιδικό Σταθμό. Στην αρχή, δεν είχαν παιχνίδια, αλλά θα μπορούσαν να ασκηθούν στο πιάσιμο και στην απτική τους δραστηριότητα στις κουβέρτες, στα ρούχα τους, ακόμα και στα κάγκελα της κούνιας. Έχουμε δει παιδιά στον Παιδικό Σταθμό χωρίς παιχνίδια· αποτελούν εξαίρεση – αλλά η έλλειψη του υλικού δεν αρκεί στο να τα εμποδίσει να αποκτήσουν κινητικές και απτικές δεξιότητες. Η παρουσία της μητέρας ή η αντικαταστάτης της είναι αρκετή για να αντισταθμίσει όλες τις άλλες στερήσεις.
Είναι αλήθεια ότι τα παιδιά στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών είναι καταδικασμένα σε απομόνωση στις κούνιες τους. Όμως, δεν θεωρούμε ότι είναι η στέρηση αντιληπτικών ερεθισμάτων γενικά που μετράει στην στέρησή τους. Πιστεύουμε ότι, υποφέρουν διότι ο αντιληπτικός τους κόσμος είναι άδειος από ανθρώπινη συντροφιά, ότι η απομόνωσή τους τα κόβει από κάθε ερέθισμα από οποιουσδήποτε ανθρώπους που θα μπορούσαν να σημάνουν τις μητρικές – αναπαραστάσεις για το παιδί σε αυτή την ηλικία[19]. Το αποτέλεσμα, όπως δείχνει η Καμπύλη ΙΙΙ, είναι ένας πλήρης περιορισμός της ψυχικής ικανότητας μέχρι το τέλος του πρώτου χρόνου ζωής.
Αυτός ο περιορισμός της ψυχικής ικανότητας δεν είναι ένα προσωρινό φαινόμενο. Είναι, όπως μπορούμε να δούμε στην καμπύλη, μια εξελισσόμενη διαδικασία. Το κατά πόσο αυτή η χειροτέρευση θα μπορούσε να σταματήσει εάν τα παιδιά τα έβγαζαν από το ίδρυμα στο τέλος του πρώτου χρόνου ζωής, είναι ένα ανοιχτό ερώτημα. Το γεγονός ότι παραμένουν στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών πιθανόν προωθεί αυτή την εξελισσόμενη διαδικασία. Μέχρι το τέλος του δεύτερου χρόνου ζωής, το Αναπτυξιακό Πηλίκο βυθίζεται στο 45, που αντιστοιχεί στη νοητική ηλικία των 10 μηνών ζωής περίπου και θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν νοητικά καθυστερημένα.
Η καμπύλη των παιδιών στον Παιδικό Σταθμό δεν αποκλίνει σημαντικά από την φυσιολογική. Η καμπύλη βυθίζεται σε δύο σημεία, μεταξύ του 6ου και 7ου και μεταξύ του 10ου και 12ου μήνα ζωής. Αυτές οι αποκλίσεις είναι εντός του φυσιολογικού εύρους· η σημασία τους θα συζητηθεί σε ξεχωριστό άρθρο. Δεν σχετίζεται με την επίδραση των ιδρυμάτων καθώς η καμπύλη της ομάδας του χωριού είναι σχεδόν ίδια.
VI. Προσωρινά Συμπεράσματα.
Οι αντίθετες εικόνες των δύο αυτών ιδρυμάτων δείχνουν την σημασία της σχέσης μητέρας – παιδιού για την ανάπτυξη του παιδιού κατά την διάρκεια του πρώτου χρόνου ζωής του. Οι στερήσεις σε άλλα πεδία, όπως το αντιληπτικό και το κινητικό, μπορούν όλες να αντισταθμιστούν από επαρκείς σχέσεις μητέρας – παιδιού. Το «επαρκείς» εδώ δεν είναι ένας ασαφής γενικός όρος. Τα επιλεγμένα παραδείγματα αντιπροσωπεύουν τα δύο άκρα της κλίμακας.
Τα παιδιά στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών έχουν μία μητέρα – για ένα χρονικό διάστημα, στην αρχή – αλλά θα πρέπει να την μοιράζονται άμεσα με τουλάχιστον άλλο ένα ακόμη παιδί και από 3 μηνών και έπειτα, με άλλα εφτά παιδιά. Ο ποσοτικός παράγοντας εδώ είναι εμφανής. Υπάρχει ένα σημείο κάτω απ’ το οποίο οι σχέσεις μητέρας – παιδιού δεν μπορούν να περιοριστούν κατά την διάρκεια του πρώτου χρόνου ζωής του παιδιού χωρίς να προκαλούν ανεπανόρθωτη ζημιά. Από την άλλη μεριά, η υπερβολική σχέση μητέρας – παιδιού στον Παιδικό Σταθμό εισάγει έναν διαφορετικό ποσοτικό παράγοντα. Για όποιον είναι εξοικειωμένος με το πεδίο, προκαλεί έκπληξη το ότι ο Παιδικός Σταθμός θα είχε τόσο εξαίρετα αποτελέσματα, καθώς γνωρίζουμε ότι η ιδρυματική περίθαλψη είναι καταστροφική για τα παιδιά κατά την διάρκεια του πρώτου χρόνου ζωής· όμως, στον Παιδικό Σταθμό, οι καταστροφικοί παράγοντες έχουν αντισταθμιστεί από την αυξημένη σε σφοδρότητα σχέση μητέρας – παιδιού.
Αυτά τα ευρήματα δεν θα πρέπει να ερμηνευθούν ως σύσταση για υπερπροστασία των παιδιών. Αρχικά, η λιβιδινική κατάσταση του Παιδικού σταθμού είναι σχεδόν τόσο ανεπιθύμητη όσο και το άλλο άκρο στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών. Ούτε στο παιδικό σταθμό ενός ποινικού ιδρύματος ούτε σε ένα σπίτι εγκαταλελειμμένων παιδιών για τα παιδιά χωρίς γονείς μπορούμε να περιμένουμε την φυσιολογική λιβιδινική κατάσταση που αποκτάται σε ένα οικογενειακό σπίτι. Τα δύο ιδρύματα, έχουν επιλεγεί εδώ ως πειραματικές συνθήκες με σκοπό την εξέταση της μεταβλητότητας των λιβιδινικών παραγόντων που κυμαίνονται από την άκρα ματαίωση έως την άκρα ικανοποίηση. Το ότι η άκρα ματαίωση που υπάρχει στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών έχει θλιβερές συνέπειες έχει φανεί· η άκρα ικανοποίηση στον Παιδικό Σταθμό μπορεί να γίνει ανεκτή από τα παιδιά που μένουν εκεί για δύο λόγους:
- Οι μητέρες έχουν το προνόμιο της ευφυούς καθοδήγησης της προϊσταμένης νοσοκόμας και των βοηθών της και έτσι διορθώνονται οι ακραίες υπερβολές.
- Τα παιδιά κατά την διάρκεια του πρώτου χρόνου ζωής μπορούν να αντέξουν τις αρνητικές επιπτώσεις μιας τέτοιας κατάστασης πολύ καλύτερα απ’ ότι σε μεγαλύτερη ηλικία. Με αυτή την οπτική, ο Παιδικός Σταθμός σοφά μείωσε την διάρκεια παραμονής των παιδιών στους πρώτους δώδεκα μήνες. Για παιδιά μεγαλύτερα από αυτό, θα πρέπει να θεωρήσουμε μια λιβιδινική συνθήκη, όπως αυτή του Παιδικού Σταθμού, πράγματι ως επικίνδυνη.
VII. Περαιτέρω Προβλήματα.
Αυτή είναι η πρώτη σε μια σειρά δημοσιεύσεων για τα αποτελέσματα ενός ερευνητικού προγράμματος για τη βρεφική ηλικία που διεξάγουμε. Ως τέτοιο είναι μια προκαταρκτική έκθεση. Δεν σκοπεύει να δείξει κάτι περισσότερο από ένα γενικό περίγραμμα των αποτελεσμάτων της πρώιμης ιδρυματικής περίθαλψης δίνοντας ταυτόχρονα ένα δείγμα της προσέγγισης που χρησιμοποιούμε. Η σειρά άλλων προβλημάτων στα οποία αυτή η έρευνα έχει ρίξει λίγο φως, καθώς και η διατύπωση εκείνων των προβλημάτων που θα μπορούσαν να αναγνωριστούν ως τέτοια μόνο κατά τη διάρκεια της έρευνας, δεν έχουν τεθεί στην παρούσα μελέτη μας και μόνο συνοπτικά μπορούν να αναφερθούν· αποτελούν επικεφαλίδες, θα λέγαμε, των κεφαλαίων του μελλοντικού μας προγράμματος δημοσίευσης.
Εκτός από την σοβαρή καθυστέρηση στην ανάπτυξη, ο πιο εντυπωσιακός μεμονωμένος παράγοντας που παρατηρήθηκε στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών ήταν η αλλαγή στο μοτίβο αντίδρασης προς αγνώστους τους τελευταίους τρεις μήνες του πρώτου χρόνου ζωής (29). Η συνήθης συμπεριφορά αντικαταστάθηκε από κάτι που θα μπορούσε να ποικίλλει από άκρα φιλικότητα προς οποιαδήποτε ανθρώπινη συντροφιά αναμεμειγμένη με μια αγχώδη αποφυγή άψυχων αντικειμένων, έως ένα γενικευμένο άγχος που εκφράζεται με τρομακτικές κραυγές που θα μπορούσαν να συνεχιστούν επ’ αόριστον. Είναι εμφανές ότι, αυτά τα αποκλίνοντα μοτίβα συμπεριφοράς απαιτούν μια πιο διεξοδική και εκτενή συζήτηση απ’ ότι η παρούσα μελέτη μας θα επέτρεπε.
Επιπλέον, παρατηρήσαμε ασυνήθεις αποκλίσεις από το φυσιολογικό στον χρόνο εμφάνισης και εξαφάνισης οικείων μοτίβων ανάπτυξης· και ορισμένα φαινόμενα άγνωστα στο φυσιολογικό παιδί, όπως περίεργα στερεοτυπικά μοτίβα κίνησης που θυμίζουν ευδιάκριτα την στερεοτυπία της κατατονικής κινητικότητας. Τέτοια και άλλα φαινόμενα που παρατηρήθηκαν στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών απαιτούν μια εκτενή συζήτηση ώστε να προσδιορίσουμε ποια θα ταξινομηθούν ως φαινόμενα ωρίμανσης (που εμφανίζονται ακόμη και στις πιο δυσμενείς συνθήκες και που εμφανίζονται με την ανάλογη καθυστέρηση όταν η καθυστέρηση είναι γενική)· ή ποια θα μπορούν να θεωρηθούν ως τα πρώτα συμπτώματα της ανάπτυξης σοβαρών ψυχιατρικών διαταραχών. Σε σχέση με αυτό το πρόβλημα, επιδιώκεται μια πιο διεξοδική συζήτηση για την ταχύτητα με την οποία τα Αναπτυξιακά Πηλίκα υποχωρούν στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών.
Μια άλλη μελέτη θα ασχοληθεί με τα προβλήματα που δημιουργούνται από την τεράστια υπερ – προστασία που υπάρχει στον Παιδικό Σταθμό.
Και τέλος, η λογική της ρουτίνας του ενός ιδρύματος ως αντίθετης του άλλου, θα πρέπει να συζητηθεί λεπτομερέστερα. Αυτή η μελέτη θα προσφέρει την δυνατότητα να αποφασισθεί το πώς θα αντισταθμιστούν οι αναπόφευκτες αλλαγές στο περιβάλλον των παιδιών που ορφάνεψαν σε νεαρή ηλικία. Επίσης, θα ρίξει λίγο φως στις κοινωνικές συνέπειες της εξελισσόμενης αποδιοργάνωσης της οικιακής ζωής που προκαλείται από την αύξηση της γυναικείας εργασίας και από τις απαιτήσεις του πολέμου· θα μπορούσαμε να δηλώσουμε ότι προβλέπουμε στην εξέλιξη των γεγονότων μια αντίστοιχη αύξηση της αντικοινωνικότητας, του αριθμού των προβληματικών και παραβατικών παιδιών, των ψυχικών ελλείψεων και των ψυχωτικών ατόμων.
Θα καταστεί απαραίτητο να λάβουμε υπόψη ότι στα ιδρύματά μας, στις φιλανθρωπικές μας δράσεις, στην κοινωνική νομοθεσία μας, την συντριπτική και μοναδική σημασία της επαρκούς και ικανοποιητικής σχέσης μητέρας – παιδιού κατά την διάρκεια του πρώτου χρόνου ζωής, εάν θέλουμε να μειώσουμε τις αναπόφευκτες και ανεπανόρθωτες ψυχιατρικές συνέπειες που προέρχονται από την παραμέληση κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου.
Για να κατεβάσετε το κείμενο σε μορφή pdf πατήστε εδώ.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Schlossman, A., “Zur Frage der Siiuglingssterblichkeit”, Miinchner Med.Wochenschrift, 67, 1920.
- Chapin, H. D., “Are Institutions for Infants Necessary?”, Journal of American Medical Association, January, 1915.
- Chapin, H. D., “A Plea for Accurate Statistics in Infants’ Institutions”, Archives of Pediatrics, October, 1915.
- Bakwin, H., “Loneliness in Infants”, American Journal of Diseases of Children, 63, 1942, pp. 30-40.
- Durfee, H. and Wolf, K., “Anstaltspflege und Entwicklung im ersten Lebensjahr”, Zeitschrift fur Kinderjorscbung, 42/3, 1933.
- Lowrey, L. G., “Personality Distortion and Early Institutional Care”, American Journal of Orthopsychiatry, X, 3, 1940, pp. 576-585.
- Bender, L. and Yarnell, H., “An Observation Nursery: a Study of 250 Children in the Psychiatric Division of Bellevue Hospital”, American Journal of Psychiatry, 97, 1941, pp. 1158-1174.
- Goldfarb, W., “Infant Rearing as a Factor in Foster Home Placement”, American Journal of Orthopsychiatry, XIV, 1944, pp. 162-167.
- Goldfarb, W., “Effects of Early Institutional Care on Adolescent Personality: Rorschach Data”, American Journal of Orthopsychiatry, XIV, 1944, pp. 441-447.
- Goldfarb, W., “Effects of Early Institutional Care on Adolescent Personality”, Journal of Experimental Education, 12, 1943, pp. 106-129.
- Goldfarb, W. and Klopfer, B., “Rorschach Characteristics of Institutional Children”, Rorschach Research Exchange, 8, 1944, pp. 92-100.
- Ripin, R., “A Study of the Infant’s Feeding Reactions During the First Six Months of life”, Archives of Psychology, 116, 1930, p. 38.
- Skeels, H. M., “Mental Development of Children in Foster Homes”, Journal of Consulting Psychology, 2, 1938, pp. 33-43.
- Skeels, H. M., “Some Iowa Studies of the Mental Growth of Children in Relation to Differentials of the Environment: A Summary”, 39th Yearbook, National Society for the Study of Education, II, 1940, pp. 281-308.
- Skeels, H. M., Updegraff, R, Wellman, B. 1., and Williams, H. M., “A Study of Environmental Stimulation; an Orphanage Preschool Project”, University of Iowa Studies in Child Welfare, 15, 4, 1938.
- Skodak, M., “Children in Foster Homes”, University of Iowa Studies in Child Welfare, 16, 1, 1939.
- Stoddard, G. D., “Intellectual Development of the Child: an Answer to the Critics of the Iowa Studies”, School and Society, 51, 1940, pp. 529·536.
- Updegraff, R, “The Determination of a Reliable Intelligence Quotient for the Young Child”, Journal of Genetic Psychology, 41, 1932, pp. 152-166.
- Woodworth, R S., “Heredity and Environment”, Bulletin 47, Social Science Research Council, 1941.
- Jones, H. E., “Personal Reactions of the Yearbook Committee”, 39th Yearbook, National Society for the Study of Education, I, 1940, pp. 454-456.
- Simpson, B. R., “The Wandering 1. Q.”, Journal of Psychology, 7, 1939. pp. 351-367.
- Hetzer, H. and Wolf, K., “Baby Tests”, Zeitschrift fiir Psycbologie, 107, 1928.
- Bühler, Ch., Kindheit und jugend, Leipzig, 1931, p. 67.
- Cornpayre, G., L’evolution intellectuelle et morale de l’enfant, Paris, 1893.
- Stern, Wm., Psychology of Early Childhood, London, 1930.
- Bühler, K., Die geistige Entwicklung des Kindes, 4th ed., Jena, 1942;. p. 106 and p. 116.
- Tolman, E. C., Purposive Behavior, New York, 1932, P: 27 ff.
- Gesell, A. and Ilg, P., Feeding Behavior of Infants, Phila., 1937, p. 21.
- Gesell, A. and Thompson, H., Infant Behavior, its Genesis and Growth, New York, 1934. p.208.
[1] Προκαταρκτική Έκθεση (Σημείωμα του Συγγραφέα).
[2] Σε ελεύθερη μετάφραση: «Στο Σπίτι των Εγκαταλελειμμένων Παιδιών, τα παιδιά θλίβονται και πολλά από αυτά πεθαίνουν από θλίψη» (Σημείωμα του Μεταφραστή).
[3] Ιστορικά, η πρώτη χρήση του όρου έγινε από τον Floyd M. Crandall στο άρθρο: «Editorial: Hospitalism», στο Archives of Pediatrics and Adolescent Medicine 14(6):448-454, June, 1897. Βλ. μετάφραση στο: https://www.elenikoumidi.gr/%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%ac%cf%86%cf%81%ce%b1%cf%83%ce%b7-%ce%b9%ce%b4%cf%81%cf%85%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b9%cf%83%ce%bc%cf%8c%cf%82-editorial-hospitalism-%ce%b1%cf%80%cf%8c/ (Σ.τ.Μ.).
[4] Ο όρος Ιδρυματισμός [Hospitalism] τείνει να συγχέεται με τον όρο ιδρυματικοποίηση [hospitalization], τον προσωρινό περιορισμό ενός βαριά αρρώστου σε νοσοκομείο (Σ.τ.Σ.).
[5] Στο κείμενο: foundling home (Σ.τ.Μ.).
[6] Οι αριθμοί εντός παρενθέσεων αναφέρονται στην βιβλιογραφία στο τέλος της μελέτης (Σ.τ.Σ.).
Η πρώτη έρευνα σχετικά με τους παράγοντες που αφορούν τις ψυχιατρικές συνέπειες της ιδρυματικής περίθαλψης των βρεφών στον πρώτο χρόνο της ζωής τους πραγματοποιήθηκε το 1933 στην Αυστρία από τους H. Durfee και K. Wolf (5). Για αυτό το πρόβλημα συνεισέφεραν περαιτέρω οι L. G. Lowrey (6), L. Bender και H. Yarnell (7), H. Bakwin (4) και W. Goldfarb (8-11). Τα αποτελέσματα όλων αυτών των ερευνών είναι αρκετά παρόμοια:
Ο Bakwin βρήκε πολύ αυξημένη ευαισθησία στη μόλυνση παρά τα υψηλά πρότυπα υγιεινής και διατροφής. Οι Durfee και Wolf βρήκαν ότι τα παιδιά κάτω των τριών μηνών δεν έδειξαν σημεία χειροτέρευσης ως συνέπεια της ιδρυματικοποίησης· όμως, τα παιδιά που είχαν ιδρυματοποιηθεί για πάνω από οχτώ μήνες κατά την διάρκεια του πρώτου χρόνου ζωής τους έδειξαν τόσο σοβαρές ψυχιατρικές διαταραχές που δεν μπορούσαν να ελεγχθούν. Οι Bender, Goldfarb και Lowrey βρήκαν ότι μετά από τρία χρόνια ιδρυματικοποίησης οι αλλαγές που έχουν γίνει είναι μη αναστρέψιμες. Ο Lowrey βρήκε ότι ενώ η χειροτέρευση των παιδιών που νοσηλεύονται κατά το πρώτο έτος της ζωής τους φαίνεται ανεπανόρθωτη, αυτή των παιδιών που νοσηλεύονται στο δεύτερο ή τρίτο έτος της ζωής τους μπορεί να διορθωθεί.
Δύο παράγοντες, που έχουν ήδη τονιστεί από τους Durfee και Wolf, θεωρούνται υπεύθυνοι από τους περισσότερους συγγραφείς για τον ψυχολογικό τραυματισμό που υπέστησαν αυτά τα παιδιά.
Πρώτον: Έλλειψη ερεθισμάτων. Οι χειρότεροι υπαίτιοι ήταν τα καλύτερα εξοπλισμένα και πιο υγιεινά ιδρύματα, τα οποία κατάφεραν να αποστειρώσουν το περιβάλλον του παιδιού από τα μικρόβια, αλλά ταυτόχρονα στείρωναν και τον ψυχισμό του παιδιού.
Δεύτερον: Η παρουσία ή η απουσία της μητέρας του παιδιού. Το ερέθισμα της μητέρας θα είναι πάντα πιο έντονο ακόμη και από αυτό του καλύτερα εκπαιδευμένου προσωπικού βρεφοκομείου (12). Τα ιδρύματα όπου οι μητέρες ήταν παρούσες είχαν καλύτερα αποτελέσματα από αυτά που εργάζονταν μόνο εκπαιδευμένες για παιδιά νοσοκόμες. Η παρουσία των μητέρων θα μπορούσε να αντισταθμίσει και άλλες πολλές ακόμη ελλείψεις (Σ.τ.Σ.).
[7] Ο Woodworth (19) συζητώντας τα αποτελέσματα του Child Welfare Research Station του State University της Iowa κάνει τις εξής κρίσιμες παρατηρήσεις (σελ. 71): «Τα αίτια της υποδεέστερης κατάστασης των παιδιών των ορφανοτροφείων είναι προφανώς ανοιχτά σε συζήτηση… Φαίνεται ότι μια επισκόπηση και μια συγκριτική μελέτη για τα ιδρυματικά σπίτια για παιδιά θα ήταν διδακτική…» (Σ.τ.Σ.).
[8] Ο Jones (20) αντίκειται σε αυτή την μέθοδο ως ακολούθως: «Φαίνεται πιθανόν ότι θα πρέπει να περάσουμε από τις αναδρομικές έρευνες των συνθηκών που είχαν ως υπόθεση ότι είχαν μια πρωτύτερη επιρροή και ότι θα πρέπει να προτιμήσουμε να αντιμετωπίσουμε τις τρέχουσες και συσωρευτικές επιπτώσεις των ειδικών περιβαλλοντικών παραγόντων. Μπορεί επίσης να αναμένεται ότι το ενδιαφέρον μας θα μετατοπιστεί σε κάποιο βαθμό από τις στατιστικές μελέτες της μάζας… στις έρευνες της δυναμικής της διαδικασίας ανάπτυξης του ατόμου» (Σ.τ.Σ.).
[9] Follow-up (Σ.τ.Μ.).
[10] Αξίζει να σημειωθεί ότι, ανεξαρτήτως της προσέγγισής μας σε αυτό το πρόβλημα (σκιαγράφηση και έναρξη το 1936), ο Woodworth (19) προτείνει ένα πρόγραμμα έρευνας εξαιρετικά παρόμοιας σειράς, όπου είναι επιθυμητή η βέλτιστη κατανόηση του προβλήματος της κληρονομικότητας και του περιβάλλοντος:
«Ορφανοτροφεία. Η παρούσα θεώρηση που στηρίζεται σε συγκεκριμένο ποσοστό αποδείξεων βλέπει το ορφανοτροφείο ως ένα δυσμενές περιβάλλον για το παιδί, αλλά οι αιτίες δεν έχουν κατανοηθεί πλήρως. Δύο γενικά προγράμματα μπορούν να προταθούν.
(α) Μία έρευνα των ιδρυματικών σπιτιών για παιδιά με σκοπό την ανακάλυψη των διαφορών στον εξοπλισμό και το προσωπικό τους, όπως και της θεραπείας τους για τα παιδιά, με κάποιες εκτιμήσεις των αποτελεσμάτων που έχουν βρεθεί.
(β) Πειραματικές μελέτες σε επιλεγμένα ορφανοτροφεία που κρατάνε τα παιδιά για αρκετό χρονικό διάστημα, με σκοπό να εξετασθούν οι επιδράσεις ειδικών περιβαλλοντικών παραγόντων. Για παράδειγμα, η ποσότητα της επαφής του παιδιού με ενήλικες θα μπορούσε να αυξηθεί για ορισμένα παιδιά, με σκοπό να δούμε κατά πόσον αυτός ο παράγοντας είναι σημαντικός για την ψυχική τους ανάπτυξη. Είναι πιθανό ότι ένα ορφανοτροφείο θα μπορούσε να λειτουργήσει γινόμενο αναμφίβολα ένα ευνοϊκό περιβάλλον για το παιδί που μεγαλώνει, αλλά προς το παρόν δεν γνωρίζουμε πώς θα μπορούσε να επιτευχθεί αυτό το αποτέλεσμα» (Σ.τ.Σ.).
[11] Θα ήθελα να ευχαριστήσω την K. Wolf, Ph.D., για την βοήθειά της για τα πειράματα που πραγματοποιήθηκαν σε «Παιδικούς σταθμούς» και σε ιδιωτικά σπίτια, καθώς και για την συνεργασία της στην στατιστική αξιολόγηση των αποτελεσμάτων (Σ.τ.Σ.).
[12] Το Ίδρυμα Νο 1 θα το αποκαλούμε εφεξής «Παιδικό Σταθμό»· Το Ίδρυμα Νο 2 θα αποκαλείται «Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών» (Σ.τ.Σ.).
[13] Ο μικρός αριθμός των παιδιών που παρατηρήθηκαν στο συγκεκριμένο περιβάλλον δικαιολογείται από το γεγονός ότι είχε προηγηθεί εκτενής μελέτη από άλλους εργαζόμενους· ο μόνος σκοπός μας ήταν να συσχετίσουμε τα αποτελέσματά μας με τα δικά τους. Παρ’ όλ’ αυτά, κατά τη διάρκεια ενός έτους, κάθε παιδί εξετάζονταν για τουλάχιστον τακτά μηνιαία διαστήματα (Σ.τ.Σ.).
[14] Υπό αυτόν τον τίτλο απαριθμούμε όχι μόνο πραγματικές ομοιότητες αλλά και διαφορές που δεν έχουν αιτιολογική σημασία για την χειροτέρευση στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών. Αυτές οι διαφορές συνίστανται σε δύο ομάδες: διαφορές άνευ σημασίας και διαφορές που πραγματικά ευνοούν την ανάπτυξη των παιδιών στο Σπίτι Εγκαταλελειμμένων Παιδιών (Σ.τ.Σ.).
[15] Για τον ψυχαναλυτικά προσανατολισμένο αναγνώστη βεβαίως αντιλαμβάνεται ότι για αυτά τα κορίτσια στην φυλακή, το παιδί έχει γίνει ένα μεταμφιεσμένο φαλλικό υποκατάστατο. Παρ’ όλ’ αυτά, για τους σκοπούς αυτού του άρθρου, έχω αποφύγει προσεκτικά κάθε εκτενή ψυχαναλυτική ερμηνεία, ακόμη κι αν είναι δελεαστικό και περιόρισα τον εαυτό μου όσο γίνεται πιο κοντά στα αποτελέσματα των άμεσων παρατηρήσεων της συμπεριφοράς. Σε πολλά άλλα σημεία θα είναι όχι μόνο δυνατό αλλά και φυσικό να εφαρμόσουμε αναλυτικές έννοιες· αυτό το σημειώνουμε για μελλοντικές δημοσιεύσεις (Σ.τ.Σ.).
[16] Για τον μη ψυχαναλυτικά προσανατολισμένο αναγνώστη, σημειώνουμε ότι αυτή η έντονη σχέση μητέρας – παιδιού δεν ισοδυναμεί με μια σχέση βασισμένη στην αγάπη για το παιδί. Και μόνο το γεγονός ότι το παιδί χρησιμοποιείται ως φαλλικό υποκατάστατο υποδεικνύει πόσο μεγάλο μέρος ασυνείδητης εχθρότητας παίζεται στην εικόνα (Σ.τ.Σ.).
[17] K. Wolf, «Η Σωματική Κυριαρχία του Παιδιού ως δείκτης για την Συναισθηματική Σχέση μεταξύ Μητέρας και Παιδιού» (ετοιμάζεται), (Σ.τ.Σ.).
[18] Αυτό δηλώνει με ψυχαναλυτικούς όρους την πεποίθηση των περισσότερων σύγχρονων ψυχολόγων, αρχής γενομένης με τον Compayré (24) και την μοιράζονται γνωστές αυθεντίες της παιδικής ψυχολογίας, όπως ο Stern (25) και η Bühler (26), και στην ψυχολογία των ζώων, ο Tolman (27), (Σ.τ.Σ.).
[19] Αυτή η δήλωση θα αναπτυχθεί περαιτέρω σε ένα προσεχές άρθρο «Το Ξεκίνημα των Κοινωνικών Σχέσεων του Παιδιού» (Σ.τ.Σ.).